Αναισθησία των μικρών ζώων: Τα πάμε (αρκετά) καλά;
Έχουμε προχωρήσει αρκετά στην αναισθησία των μικρών ζώων όταν κοιτάμε στο παρελθόν τις επαναλαμβανόμενες χορηγήσεις βαρβιτουρικών για τη διατήρηση της αναισθησίας ακόμη και για αναισθησίες μακράς διαρκείας ή τις (επαναλαμβανόμενες) εφάπαξ ενδομυϊκές εγχύσεις συνδυασμού ξυλαζίνης/κεταμίνης για να επιτευχθεί βραχείας με ενδιάμεσης διάρκειας αναισθησία. Σήμερα στην Ευρώπη, η αναισθησία στο ιατρείο μικρών ζώων περιλαμβάνει κυρίως προαναισθητική αγωγή (πιθανόν ενδομυϊκά), ακολουθούμενη από απλούς συνδυασμούς ενός ή δύο ενδοφλεβίως χορηγούμενων φαρμάκων και κατόπιν διατήρηση της αναισθησίας με ένα εισπνευστικό αναισθητικό (σχεδόν αποκλειστικά ισοφλουράνιο). Αυτό «προέκυψε» σε μια χρονική περίοδο ίσως και τριών δεκαετιών και αποτελεί μείζονα πρόοδο.
Έτσι, μπορούμε καθίσουμε αναπαυτικά και να απολαύσουμε τη θέα των επιτευγμάτων μας ή μπορούμε να ερευνήσουμε τις διαφορετικές απόψεις με τις οποίες αυτή η εξέλιξη μπορεί να τοποθετηθεί στο πλαίσιο των εξής δεδομένων:
Ένα πρώτο πλαίσιο μπορεί να αποτελέσει η συνολική εξέλιξη του ρόλου των ζώων συντροφιάς στην ανθρώπινη κοινωνία. Οι σκύλοι και οι γάτες κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου έχουν εξελιχτεί από το να επιτελούν συγκεκριμένες λειτουργίες, για παράδειγμα να χρησιμοποιούνται ως σκύλοι φύλακες σε μια φάρμα ή μια γάτα της φάρμας να διατηρεί τον πληθυσμό των ποντικών υπό έλεγχο, στο να είναι μέλη της οικογένειας. Η υποκείμενη κοινωνική αλλαγή είναι αρκετά σημαντική, όπως είναι και οι απαιτήσεις για υψηλότερου επιπέδου κτηνιατρική φροντίδα. Το ζώο της φάρμας που επιτελούσε μια απλή λειτουργία είχε πολύ χαμηλή σημασία το ίδιο και σε περίπτωση νόσου σε απουσία πολλών ιατρικών δυνατοτήτων, το απομάκρυναν άμεσα (ελπίζω τουλάχιστον με μη βάναυση ευθανασία) και το ίσως αντικαθιστούσαν. Σήμερα, αυτού του τύπου το κοινωνικό καθεστώς όλο και περισσότερο απαξιώνεται. Τα μικρά ζώα είναι σύντροφοι, ακόμη και μέλη της οικογένειας και οι οικογένειες στις κοινωνίες μας συχνά αναζητούν το μέγιστο δυνατό επίπεδο φροντίδας. Ωστόσο, ορισμένες φορές υπάρχουν δυσκολίες να βρεθούν κτηνίατροι σε ετοιμότητα για τέτοιου είδους εντατική και υψηλού επιπέδου φροντίδα. Σε ένα πιο δραστικό, ίσως προκλητικό τρόπο έκφρασης κατά συνέπεια προκύπτει η ερώτηση αν εμείς ως πάροχοι κτηνιατρικής φροντίδας ακόμη πληρούμε ή όχι το κοινωνικό μας καθήκον. Στις περισσότερες περιπτώσεις, πιστεύω, η ερώτηση μπορεί να απαντηθεί με ένα «ναι».
Ένα δεύτερο πλαίσιο είναι η συνολική ιατρική φροντίδα για τα μικρά ζώα: με δεδομένο τον αριθμό των εγγενών, εργαστηριακών και απεικονιστικών διαγνωστικών δυνατοτήτων και των τύπων και του αριθμού των επιπλεγμένων χειρουργικών επεμβάσεων, μπορούμε να πούμε: η κτηνιατρική επιστήμη έχει εκτοξευτεί σε υψηλότατο επίπεδο φροντίδας, που πλησιάζει αυτό της ιατρικής του ανθρώπου. Ο πληθυσμός των ζώων συντροφιάς έχει αυξηθεί σε ηλικία και σήμερα παρέχουμε φροντίδα σε περισσότερα ηλικιωμένα ζώα και ασθενείς με συνυπάρχοντα νοσήματα από ποτέ άλλοτε. Κάποιες ειδικότητες, ωστόσο, έχουν μείνει πίσω και μεταξύ των πιο τραγικών καταστάσεων βρίσκεται η αναισθησία και αναλγησία.
Ταυτόχρονα, η γνώση και η εξειδίκευση στην κτηνιατρική αναισθησία και αναλγησία έχουν αυξηθεί πολύ. Οι έλληνες κτηνίατροι ήταν και είναι στην πρώτη γραμμή τέτοιων παγκόσμιων εξελίξεων. Ο καθηγητής Δημήτρης Ραπτόπουλος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλο- νίκης ήταν ένας από τους πρώτους γνωστούς παγκοσμίως κτηνιάτρους αναισθησιολόγους στην Ευρώπη και έχει επενδύσει ατελείωτες προσπάθειες για να προετοιμάσει το δρόμο για μια ασφαλέστερη και καλύτερη αναισθησία και παροχή επαρκούς αναλγησίας στα ζώα συντροφιάς στην Ελλάδα και τον κόσμο. Οι συνάδελφοί του και διάδοχοί του βαδίζουν και εργάζονται προς την ίδια κατεύθυνση.
Δυστυχώς, η ψαλίδα είναι ορθάνοιχτη μεταξύ του υψηλού επιπέδου αναισθητικής και αναλγητικής φροντίδας που παρέχεται από εκπαιδευμένους αναισθησιολόγους και του μέσου επιπέδου αναισθητικής φροντίδας στην κλινική πράξη. Ο κλινικός κτηνίατρος στις μέρες μας βρίσκεται σε ένα κλασσικό δίλημμα, την παροχή της καλύτερης δυνατής φροντίδας από τη μια πλευρά και τις ανυπέρβλητες περιπλοκότητες των εξελίξεων όλων των ειδικοτήτων από την άλλη πλευρά. Κατά την αιτιολόγηση του Αριστοτέλη στη «Ρητορική», ο διαχωρισμός μεταξύ των τριών κατηγοριών του Ήθους (Φρόνηση, Αρετή και Εύνοια), οδηγούν σε πλάνη. Ακριβώς αυτό το αίσθημα της ασυνέπειας, της ανεπαρκούς παροχής υπηρεσιών, περιγράφεται από τις απαντήσεις στην Έρευνα για το Κτηνιατρικό Επάγγελμα στην Ευρώπη του Ευρωπαϊκού Συλλόγου Κτηνιάτρων (Federation of Veterinarians of Europe) (FVE 2018). Εξήντα τρία τοις εκατό των κτηνιάτρων στην Ευρώπη νιώθουν ότι η κοινωνία τους αντιμετωπίζει αρκετά απαξιωτικά, απαξιωτικά ή στην καλύτερη περίπτωση ουδέτερα, αλλά 73% δαπανούν από 30 έως 70 ώρες (μέσος όρος 40), ανά έτος σε συνεχή εκπαίδευση (πέραν της εξειδίκευσης) και πρακτικά όλοι οι κτηνίατροι εργάζονται περισσότερες ώρες από τη σύμβασή τους (FVE 2018). Η διχοτόμηση αυτή μεταξύ της παροχής όλων των κτηνιατρικών υπηρεσιών από ένα κτηνίατρο/σε ένα ιατρείο και της παροχής σε επίπεδο ειδικότητας θα οδηγήσει σε κατάρρευση. Είναι γεγονός ότι σε μια χρονική περίοδο τριών ετών 26% των κτηνιάτρων στην Ευρώπη βιώνουν κατάθλιψη, υπερκόπωση, σωματική ή συναισθηματική εξάντληση (FVE 2018). Ένας από τους τομείς που καταδεικνύουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει σήμερα ο κάθε κτηνίατρος, είναι η ανεπάρκεια σε εξελίξεις στην αναισθησία και την αναλγησία και τα επακόλουθα προβλήματα που προκύπτουν.
Ποιοι είναι οι λόγοι;
H αναισθησία είναι μια «υπηρεσία σε μαύρο κουτί»: εφαρμόζεται «πίσω» στο ιατρείο, χωρίς την παρουσία του κηδεμόνα/ιδιοκτήτη του ζώου (κυρίως για καλούς λόγους). Το αποτέλεσμα της αναισθησίας δεν είναι εύκολο να μετρηθεί και είναι ακόμη δυσκολότερο να παρουσιαστεί. Άλλες υπηρεσίες, όπως η ικανότητα να παρέχονται απεικονιστικές εξετάσεις ή χειρουργικές τεχνικές φαίνονται, με μια πρώτη ματιά, πιο εύκολο να εξηγηθούν (και να πωληθούν). Οι ιδιοκτήτες/κηδεμόνες των ζώων και κατά συνέπεια η κοινωνία γενικότερα γνωρίζουν ελάχιστα για την επίδραση της αναισθησίας στη συνολική έκβαση (θεραπεία) μιας πάθησης. Στον «έξω κόσμο» το ζώο υποβάλλεται σε αναισθησία και επανέρχεται από αυτή -ή και όχι. Ωστόσο, παραμένει άγνωστο και δεν γίνεται αναφορά στο τι μεσολαβεί. Η αναισθητική -ή στην πραγματικότητα καλύτερα: διεγχειρητική- θνησιμότητα είναι η μόνη «εύκολη» παράμετρος να μετρηθεί.
Στην πραγματικότητα, οι στατιστικές σχετικές με την αναισθητική θνησιμότητα δείχνουν εντυπωσιακούς αριθμούς. Η μελέτη CEPSAF περιλάμβανε περίπου 100.000 σκύλους και 80.000 γάτες. Τα ανησυχητικά ποσοστά θνησιμότητας είναι 0,17%, 0,24% και 1,39% αναισθητικοί θάνατοι στους σκύλους, τις γάτες και τους κονίκλου, αντίστοιχα (Brodbelt et al. 2008). Η μελέτη αυτή έγινε στο Ηνωμένο Βασίλειο. Άλλες, μικρότερες μελέτες στην ηπειρωτική Ευρώπη δείχνουν ακόμα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας. Μια αναδρομική μελέτη κοόρτης του 2012 που ανέλυε 3.546 θανάτους ζώων συντροφιάς σε ιατρεία (Bille et al. 2012), έδειξε ακόμα χειρότερους αριθμούς: το συνολικό ποσοστό αναισθητικής θνησιμότητας σκύλων και γατών έφτανε το 1,35% (μετέπειτα αποτυπώθηκε από μία άλλη μελέτη στο 1,29%) (Gil & Redondo 2013). Ωστόσο, όταν αναλύθηκε περαιτέρω λεπτομερώς, η θνησιμότητα των υγιών σκύλων και γατών στην αναισθησία (ASA 1 & 2) ήταν χαμηλή στο 0,12%, αντίθετα όταν διερευνήθηκαν τα ασθενή ζώα τα αποτελέσματα είναι απλά τρομακτικά: 2,9%, 7,58% και 17,33% σε ασθενείς ASA 3, 4 και 5, αντίστοιχα.
Πιστεύω ότι εύκολα συμπεράνουμε ότι ΔΕΝ τα πάμε αρκετά καλά. Ωστόσο, η θνησιμότητα, όπως και να την δούμε, είναι μια μη αποδεκτή επιπλοκή της αναισθησίας και ο μόνος αποδεκτός στόχος του επαγγέλματός μας θα πρέπει να είναι μηδενικά ποσοστά αναισθητικής θνησιμότητας -παρά το ότι είναι προφανώς αδύνατον να φτάσουμε το στόχο αυτό στο κοντινό μέλλον.
Αν εξετάσουμε επιπλοκές της αναισθησίας με λιγότερο δραματική τελική έκβαση, τα στατιστικά είναι πιο ασαφή. Αυτό υποθέτουμε ότι ισχύει διότι οι περισσότερες από τις επιπλοκές αυτές δεν ταυτοποιούνται ούτε αναφέρονται. Ωστόσο στις λίγες μελέτες που εκτιμούν τη συχνότητα εμφάνισής τους, αυτή κυμαίνεται ποσοστιαία στις υψηλές δεκάδες. Η υπόταση αποτελεί την πιο συχνή διεγχειρητική επιπλοκή (Mazzaferro & Wagner 2001, Kronen 2007). Μπορεί να έχει σοβαρές αρνητικές επιδράσεις στη μετέπειτα εξέλιξη οργανικών δυσλειτουργιών στον εγκέφαλο, την καρδιά και τους νεφρούς. Για να διαγνωστεί, είναι απαραίτητος εξοπλισμός για μικρά ζώα -η ψηλάφηση του σφυγμού είναι ανεπαρκής. Η υπόταση μπορεί να είναι δύσκολη να αντιμετωπιστεί και η παρουσία εκπαιδευμένου αναισθησιολόγου μπορεί να μειώσει τη συχνότητα εμφάνισης και τις επιπτώσεις.
Η υποθερμία είναι μια ακόμη επιπλοκή που δεν είναι καθόλου αθώα. Με βάση μια μελέτη στις κτηνιατρικές κλινικές της Ελβετίας η συχνότητα εμφάνισης φτάνει το 93,4% (Kronen 2007, αδημοσίευτα δεδομένα) και συνί- σταται σε πάνω από 1-2 °C μείωση στη θερμοκρασία του σώματος συγκριτικά με τα επίπεδα θερμοκρασίας πριν την αναισθησία. Ενώ δεν έχουμε ξεκάθαρα δεδομένα για το μακροπρόθεσμο αντίκτυπο ως προς τη διεγχειρητική υποθερμία στα ζώα συντροφιάς, ωστόσο μια σύγκριση με τον άνθρωπο ως παρόμοιο είδος ως προς τη θερμορύθ- μιση φαίνεται επαρκής. Αυξημένο μετεγχειρητικό άγχος, καθυστερημένη επούλωση, προσωρινή υποξία, αυξημένη συχνότητα επιμολύνσεων, τριπλασιασμός των καρδιακών θανάτων, παρατεταμένη ανάνηψη από την αναισθησία και διαταραχές πηκτικότητας είναι μόνο λίγες από τις σοβαρές αρνητικές συνέπειες που προκαλούνται από την υποθερμία και είναι γνωστές εδώ και πολύ καιρό (Sessler 2001). Η διάγνωση της υποθερμίας είναι πολύ εύκολη για να γίνει, ωστόσο η πρόληψη και η θεραπεία μπορεί να είναι δύσκολες. Και εδώ επίσης, ένας εκπαιδευμένος αναισθησιολόγος μπορεί να φανεί χρήσιμος.
Μια επιπλοκή με ισχυρή επίδραση στην ευζωία είναι αυτή του περιεγχειρητικού πόνου, ο οποίος από μόνος του έχει επίσης τη δυνατότητα να αυξάνει το στρες, να μειώνει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού, οδηγώντας σε οργανική δυσλειτουργία, σε αναπηρίες ή ακόμη και στο θάνατο (Gil & Redondo 2013). Ο πόνος απαιτείται την παρέμβαση ενός ειδικού. Χωρίς επαρκή αναλγητική διαχείριση τα περιεγχειρητικά ποσοστά εμφάνισης πόνου μπορεί να είναι αρκετά αυξημένα.
Το κεφάλαιο αυτό απλά αναφέρει τρεις από τις πολλές πιθανές μακροπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες σχετικές αναισθητικές επιπλοκές. Άλλες επιπλοκές είναι εξίσου σημαντικές ωστόσο είναι πέραν του στόχου του παρόντος άρθρου σύνταξης.
Τί μπορεί να γίνει;
Πρέπει να γίνει κατανοητό: δεν υπάρχουν ασφαλή φάρμακα ή ασφαλή αναισθητικά πρωτόκολλα -μόνο ασφαλείς αναισθησιολόγοι! Αυτή είναι μια πολύ σημαντική βασική αρχή καθώς πολλές κλινικές λειτουργούν με τυποποιημένα πρωτόκολλα. Ένα δεδομένο πρωτόκολλο είναι ένα πιθανό σημείο έναρξης, ωστόσο πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν υπάρχει μία αναισθησία που να ταιριάζει για όλα. Χρειάζεται σχετική προσαρμογή στις ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε ασθενούς.
Προαναισθητικός έλεγχος
ΚΑΝΕΝΑΣ ασθενής δεν πρέπει να υποβάλλεται σε αναισθησία χωρίς προαναισθητικό έλεγχο, καθώς αυτό είναι θεμελιώδες για την ελάττωση του αναισθητικού κινδύνου. Ο στόχος είναι, ωστόσο, όχι μόνο η εκτίμηση του κινδύνου, αλλά και η πρόβλεψη και πρόληψη με την κατάλληλη προετοιμασία πιθανών επιπλοκών. Με βάση τον προαναισθητικό έλεγχο επιλέγεται η αναισθητική διαχείριση και αποφασίζεται αν θα εφαρμοστεί ή όχι ένα τυποποιημένο πρωτόκολλο.
Φάρμακα
Πρέπει να είναι δυνατή η επιλογή διαφορετικών φαρμάκων, καθώς και παραλλαγών των δόσεών τους, των οδών χορήγησης και των συνδυασμών τους. Πρέπει να είναι διαθέσιμη μια ποικιλία φαρμάκων από την οποία να επιλέξουμε για έναν ασθενή. Επιπλέον χρειαζόμαστε κατανόηση της φαρμακοκινητικής και φαρμακοδυναμικής ώστε να κατανοήσουμε διαφορετικές αντιδράσεις από τον κάθε ασθενή.
Μέθοδοι αναισθησίας
Ένα εύρος διαφορετικών μεθόδων εφαρμογής θα πρέπει να είναι διαθέσιμες για να προσαρμοστούν στον ασθενή, για παράδειγμα συνεχείς ενδοφλέβιες εγχύσεις με διαφορετικό ρυθμό. Οι ισορροπημένες αναισθητικές τεχνικές θα πρέπει να θεωρούνται βασικές και τα μονήρη αναισθητικά (η χρήση ενός και μόνο φαρμάκου για την αναισθησία σαν το ισοφλουράνιο) θα πρέπει να αποτελούν εξαίρεση. Τεχνικές τοπικής αναισθησίας θα πρέπει να περιλαμβάνονται σε κάθε επώδυνη παρέμβαση επιπρόσθετα στη γενική αναισθησία.
Έλεγχος ζωτικών λειτουργιών
Η παροχή αναισθησίας χωρίς επαρκή έλεγχο ζωτικών λειτουργιών είναι παρόμοια με το να πιλοτάρεις αεροπλάνο μέσα από ομίχλη ή καταιγίδα χωρίς όργανα πλοήγησης. Ο επακόλουθος υψηλός κίνδυνος και η θνησιμότητα απλά δεν ταιριάζουν στη μοντέρνα άποψη για την παροχή κτηνιατρικής φροντίδας στα ζώα συντροφιάς. Ο έλεγχος των ζωτικών λειτουργιών με τεχνικά μέσα είναι αναπόσπαστο τμήμα και όσο πιο περίπλοκη είναι μια επέμβαση και όσο περισσότερο διαρκεί, τόσο πιο περίπλοκος και εντατικός θα πρέπει να είναι ο έλεγχος των ζωτικών λειτουργιών.
Επιπρόσθετες θεραπείες και ανάνηψη από την αναισθησία
Γενικά, η διασφάλιση των αεραγωγών, η παροχή θεραπείας με υγρά και θέρμανση είναι αναπόσπαστα τμήματα της μοντέρνας αναισθητικής διαχείρισης μαζί με τη σωστή τοποθέτηση του ζώου και τη χρήση υποστρώματος. Η ανάγκη για επαρκή αναλγησία διεγχειρητικά και μετεγχειρητικά και η σημαντική επίδρασή της στην έκβαση και την επιβίωση θα επαναληφθούν εδώ. Η παροχή ήσυχου και ήρεμου περιβάλλοντος, ασφαλούς ελέγχου των ζωτικών λειτουργιών και τρυφερότητας-αγάπης-φροντίδας κατά την ανάνηψη από την αναισθησία είναι ζωτικής σημασίας για την τελική έκβαση και την ασφάλεια της όλης διαδικασίας, καθώς ένα υψηλό ποσοστό αναισθητικών θανάτων συμβαίνει στη φάση της ανάνηψης (Brodbelt et al. 2008).
Εξοπλισμός
Στη σύγχρονη κλινική πράξη είναι αδιανόητο ο αναισθητικός εξοπλισμός (αναισθητική συσκευή, μόνιτορ, συσκευές σύριγγας, συσκευές θέρμανσης, αντλίες έγχυσης κ.λπ.) να μην ελέγχεται πριν από κάθε χρήση, να μην προσαρμόζεται στον ασθενή και να μην διαπιστώνεται ότι είναι πλήρως λειτουργικός. Επιπλέον, οι απαιτήσεις για υψηλά επίπεδα φροντίδας καθιστούν επιτακτική ανάγκη κάθε απαραίτητος αναισθητικός εξοπλισμός να είναι διαθέσιμος για κάθε επέμβαση. Η εκτέλεση θωρακοτομής χωρίς διαθέσιμη δυνατότητα αερισμού είναι ανάρμοστη, και εκτός από την περίπτωση επείγοντος περιστατικού, ο εξοπλισμός πρέπει να είναι διαθέσιμος ή ο ασθενής να παραπέμπεται σε άλλη κλινική.
Αναισθησιολόγοι
Από αναλύσεις ανθρώπινης αναισθητικής ασφάλειας, καθώς και από πρακτική εμπειρία στην κτηνιατρική αναισθησία και κοινή επαγγελματική λογική είναι εμφανές ότι η συμμετοχή προσωπικού με (επίσημη) εκπαίδευση στην αναισθησία βοηθάει σημαντικά στη μείωση των επιπλοκών και της θνησιμότητας στην αναισθησία των ζώων συντροφιάς. Το διπλού επιπέδου σύστημα στην αναισθησία, με την πρόσληψη εκπαιδευμένου κτηνιατρικού νοσηλευτικού προσωπικού και κτηνιάτρων αναισθησιολόγων δεν αντι- κατοπτρίζει μόνο την αναισθησία στον άνθρωπο, αλλά επίσης έχει αποδειχτεί επιτυχημένο σε πολλές χώρες του κόσμου. Στην αναισθησία του ανθρώπου μειώθηκε η θνησιμότητα στο 1/16 όταν στη δεκαετία του 1980 ξεκίνησε να εφαρμόζεται βασικός έλεγχος των ζωτικών λειτουργιών και πρόσληψη νοσηλευτικού προσωπικού αναισθησίας και αναισθησιολόγων σε ένα τέτοιο διπλού επιπέδου σύστημα (Campling et al. 1995).
Ωστόσο, ο εκπαιδευμένος αναισθησιολόγος όχι μόνο βοηθά στο να μειωθεί η θνησιμότητα, αλλά και τα ποσοστά των επιπλοκών, αυξάνουν τη συνολική έκβαση (θεραπεία), βοηθά να παρέχεται η καλύτερη δυνατή φροντίδα και αναλγησία στην περιεγχειρητική περίοδο ή ακόμη και μακροπρόθεσμα (Mathews et al. 2014) και έτσι συμβάλλει στην εκπλήρωση του κοινωνικού καθήκοντος που έχει η άσκηση της κτηνιατρικής στα ζώα συντροφιάς στις μέρες μας.
Συνοπτικά, σε ένα μέσο κτηνιατρείο, η κτηνιατρική αναισθησία και αναλγησία δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκώς παράλληλα με τις μεταβολές του κλάδου και τον πληθυσμό των ζώων. Πέρα από τη βασική αρχή ότι κάθε αναισθητικός θάνατος περισσεύει, προκύπτουν ανησυχητικά ποσοστά θνησιμότητας που είναι ενδεικτικά κακής ασφάλειας, ακόμη πιο ανησυχητικά ποσοστά επιπλοκών, που υποδεικνύουν μια ακόμη χειρότερη κατάσταση ασφάλειας για επιπλοκές και συνολική έκβαση.
Στις μέρες μας, ωστόσο, έχουμε ουσιαστικές πληροφορίες διαθέσιμες για το πώς μπορούμε να μειώσουμε τους κινδύνους. Έχουν αναπτυχθεί και μελετηθεί φάρμακα για χρήση στα ζώα συντροφιάς, καθώς και ασφαλέστερες δόσεις, μέθοδοι εφαρμογής και κλινικά εφαρμόζονται αναισθητικές τεχνικές που παρέχουν μεγαλύτερη ασφάλεια. Τεχνικές τοπικής αναισθησίας θα πρέπει να συγχορηγούνται κατά τη διάρκεια κάθε επώδυνης επέμβασης, καθώς αυξάνουν την παροχή αναλγησίας και την ασφάλεια. Υπάρχει διαθέσιμα πολλά είδη εξοπλισμού ελέγχου των ζωτικών λειτουργιών και εντός των οικονομικών δυνατοτήτων μιας κτηνιατρικής κλινικής στις μέρες μας και το ίδιο ισχύει και για τον υπόλοιπο αναισθητικό εξοπλισμό. Πρέπει είναι διαθέσιμος παράλληλα με τις επενδύσεις προς τον υπόλοιπο κλινικό εξοπλισμό (π.χ. χειρουργικό ή ακτινολογικό). Ξέρουμε καλύτερα πλέον πώς να παρέχουμε αποτελεσματική υποστηρικτική θεραπεία και ασφάλεια κατά την ανάνηψη. Και είμαστε τέλος σε σημείο καμπής ώστε να μπορούμε να εκπαιδεύσουμε προσωπικό στην αναισθησία και να προσλάβουμε τους ανθρώπους αυτούς σε κλινικές.
Η αναισθησία παραμένει ένα εργαλείο. Παραδοσιακά, ήταν εργαλείο για να μειωθεί η θνησιμότητα των χειρουργικών επεμβάσεων, ωστόσο δεν έχουμε φτάσει στην τελική ευθεία αυτού του δρόμου ακόμα. Επιπλέον, στην αναισθητική και αναλγητική φροντίδα περιλαμβάνονται όχι μόνο η αποφυγή αρνητικών επιπτώσεων (θνησιμότητα, επιπλοκές), αλλά και θετικές επιδράσεις όπως αναισθητικά φάρμακα με ελάχιστες επιπλοκές, ανακούφιση από (σοβαρό) πόνο, καλύτερη επούλωση, καλύτερη ανταπόκριση του ανοσοποιητικού, λιγότερο στρες, ήρεμους ασθενείς και ήπια εξέλιξη της νοσηλείας.
Ποτέ προηγουμένως στην ιστορία του κτηνιατρικού επαγγέλματος δεν ήταν πιο ιδανική η στιγμή να επενδυθούν προσπάθεια, γνώσεις και πόροι στην παροχή καλύτερης αναισθητικής φροντίδας. Ως επαγγελματίες κτηνίατροι, πρέπει όλοι μαζί να κάνουμε τώρα αυτό το βήμα εμπρός για να εκπληρώσουμε τα μεταβαλλόμενα καθήκοντά μας απέναντι στην κοινωνία και -ίσως ακόμη σημαντικότερααπέναντι στους ασθενείς μας. Υπάρχει κέρδος για όλες τις πλευρές, τα ζώα συντροφιάς, τους ιδιοκτήτες/κηδεμόνες, το νοσηλευτικό προσωπικό και τους κτηνιάτρους, και θα βοηθήσει να κοιτάξουμε προς το μέλλον της κτηνιατρικής φροντίδας.
Ας δουλέψουμε όλοι μαζί για καλύτερη αναισθησία και αναλγησία! Tώρα!
Peter W. Kronen, DVM, Dipl ECVAA, Dr med vet Veterinary Anaesthesia Services - International & Center for Applied Biomolecular Medicine, University of Zürich Switzerland
Βιβλιογραφία
- Bille Ch, Auvigne V, Libermann St et al. (2012) Risk of anaesthetic mortality in dogs and cats: an observational cohort study of 3546 cases. Vet Anaesth Analg 39, 59-68.
- Brodbelt DC, Blissit KJ, Hammond RA et al. (2008) The risk of death: the confidential enquiry into perioperative small animal fatalities. Vet Anaesth Analg 35, 365-373.
- Campling E, Devlin H, Hoile R (1995) Report of the Confidential Enquiry into Perioperative Deaths 1992/1993, British National Ministry of Health.
- FVE (2018) Survey of the Veterinary Profession in Europe, Federation of Veterinarians of Europe, www.fve.org.
- Gil L, Redondo JI (2013) Canine anaesthetic death in Spain: a multicenter prospective cohort study of 2012 cases. Vet Anaesth Analg 40, E57-67.
- Kronen PW (2007) Monitoring of Patients under Anaesthesia. Eur J Comp Anim Pract 17, 1-8.
- Sessler DI (2001) Complications and Treatment of mild Hypothermia, Anesthesiol 95, 531-543.
- Mathews K, Kronen PW, Lascelles D et al. (2014) Guidelines for recognition, assessment and treatment of pain. J Small Anim Pract 55, E10-68.
- Mazzaferro E, Wagner AE (2001) Hypotension during Anesthesia in dogs and cats: Recognition, Causes and Treatment. Compendium 28, 728-737.